Πως ξεκίνησε η εργατική Πρωτομαγιά και πότε; Ας θυμηθούμε…

«Τα γεγονότα της εργατικής Πρωτομαγιάς, οι συγκρούσεις στο Σικάγο του 1886, το μακελειό στην πλατεία Χέιμαρκετ και η δολοφονία δεκάδων εργατών και αναρχικών από τους βιομήχανους και τους λακέδες τους, ξεκίνησαν από το αίτημα για 8ωρη εργασία.

Την εποχή εκείνη, μία εποχή ταχύτατης βιομηχανικής ανάπτυξης, οι αμερικάνοι εργάτες δούλευαν εξαντλητικά ωράρια (από 72 εως και 90 ώρες τη βδομάδα) για εξαθλιωτικούς μισθούς, ζούσαν σε πολύ φτωχά μικρά δωμάτια, με ανύπαρκτες συνθήκες υγιεινής και άθλια ποιότητα νερού και τροφής, και με την ανεργία να παραμονεύει και να αυξάνεται συνεχώς.


Το 1884 οι πιο  μαχητικοί συνδικαλιστές του Σικάγο, αφού εγκατέλειψαν μαζικά τα καθιερωμένα συνδικάτα, ίδρυσαν το Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο, άμεσα συσχετιζόμενο με την αμερικάνικη αναρχική οργάνωση Διεθνής Ένωση Εργαζομένων ή αλλιώς τη Μαύρη Διεθνή (που είχε ιδρυθεί από το προηγούμενο έτος).

Μέχρι το 1886, όπου το αίτημα για 8ωρη εργασία είχε διαδοθεί πλατιά στο αμερικάνικο εργατικό κίνημα και προετοιμάζονταν μαζική απεργία, στο Σικάγο η Μαύρη Διεθνής και το Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο είναι οι πιο δραστήριες οργανώσεις και συμβάλλουν αποφασιστικά στην προετοιμασία της.

Υιοθέτησαν το αίτημα για 8ωρη εργασία, θεωρώντας το ως ένα μερικό αίτημα στο πλαίσιο της συνολικής ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος, επιμένοντας στο ότι έπρεπε  να κατακτηθεί ‘από τα κάτω’, από τους ίδιους τους εργάτες, χωρίς τη διαμεσολάβηση των κομμάτων και της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας.

Η απεργία για το 8ωρο ξεκίνησε στο Σικάγο το Σάββατο της 1ης Μαϊου του 1886 με τη μαζική συμμετοχή χιλιάδων εργατών, παραλύοντας τον παραγωγικό ιστό της πόλης. Εκατοντάδες χιλιάδες ήταν και οι απεργοί σε ολόκληρες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η αστυνομία και οι εργοστασιάρχες, αντιμέτωποι με μία τόσο πλατιά σε έκταση απεργία, και τρομαγμένοι από την μαζικότητά της, επιστράτευσαν από ιδιωτικούς αστυνομικούς και απεργοσπάστες, μέχρι και ένοπλους μπράβους βιομηχάνων και ομοσπονδιακά στρατεύματα για την καταστολή των απεργών. Οι πρώτες συγκρούσεις ξεκίνησαν την Δευτέρα, στις 3 Μαϊου, όταν απεργοί ξυλεργάτες δέχθηκαν την άγρια επίθεση της αστυνομίας, κοντά σε εργοστάσιο ξυλείας, την ώρα που προσπαθούσαν να προσεγγίσουν τους απεργοσπάστες. Οι μπάτσοι επιτέθηκαν πυροβολώντας αδιάκριτα τους απεργούς, δολοφονώντας 6 εργάτες και τραυματίζοντας πολλούς άλλους.

Εξοργισμένοι από την επίθεση της αστυνομίας, κάλεσαν σε συγκέντρωση το απόγευμα της 4ης Μαϊου στην πλατεία Χέιμαρκετ του Σικάγο. Ήδη από το πρωϊ εκείνης της μέρας είχαν ξεκινήσει συγκρούσεις ανάμεσα σε χιλιάδες απεργούς και την αστυνομία. Οι ταραχές έπαψαν το απόγευμα, την ώρα της προγραμματισμένης συγκέντρωσης, η οποία είχε αποφασιστεί από τους αναρχικούς να έχει ειρηνικό χαρακτήρα. Μετά από αρκετές ώρες, όταν αποχωρούσε ο κόσμος, η πλατεία περικυκλώθηκε από αστυνομικούς και σώματα στρατού, που κινούνταν απειλητικά προς το πλήθος. Την ώρα που δίνονταν η διαταγή στην αστυνομία να επιτεθεί, εξερράγη μέσα στις γραμμές των αστυνομικών μία βόμβα (που τοποθέτησε άγνωστος, μέχρι και σήμερα, βομβιστής) τραυματίζοντας 66 μπάτσους, και προκαλώντας το θάνατο σε 7 από αυτούς. Ακολούθησε μακελειό, καθώς οι μπάτσοι μανιασμένοι άρχισαν να πυροβολούν ανεξέλεγκτα το συγκεντρωμένο πλήθος, δολοφονώντας δεκάδες εργάτες και τραυματίζοντας εκατοντάδες.

Τις επόμενες μέρες, οι καθεστωτικές εφημερίδες χωρίς να χάσουν χρόνο έσπευσαν να στοχοποιήσουν το εργατικό κίνημα. Καλλιεργήθηκε ένα κλίμα συκοφαντίας, τρομοϋστερίας και πανικού από τους συντηρητικούς, οι οποίοι υποδείκνυαν γνωστούς αναρχικούς ως τους υποτιθέμενους πιθανούς βομβιστές, ενώ αριστερές οργανώσεις έκαναν λόγο για προβοκάτορες…
Ανάμεσα στις πολλαπλές εφόδους σε σπίτια και και τις συλλήψεις που ακολούθησαν, οι αναρχικοί Άλμπερτ Πάρσονς, Αύγουστος Σπάις, Μάικλ Σουώμπ, Σάμουελ Φήλντεν, Τζώρτζ Ένγκελ, Άντολφ Φίσερ, Όσκαρ Νήμπ και Λούις Λινγκ, από τους πιο μαχητικούς αναρχικούς του Σικάγο, κατηγορήθηκαν ως ηθικοί αυτουργοί του βομβισμού και δικάστηκαν για τις ιδέες τους. Οι Πάρσονς, Σπάις, Ένγκελ και Φίσερ απαγχονίστηκαν στις 17 Νοεμβρίου του 1887, την Μαύρη Παρασκευή. Οι Φήλντεν και Σουώμπ καταδικάστηκαν σε ισόβια, ενώ ο Λινγκ, μόλις 21 ετών, και αρνούμενος κάθε συνδιαλλαγή και διαπραγμάτευση με το κράτος και τους δικαστές, αυτοκτόνησε στο κελί του, καπνίζοντας τσιγάρο με δυναμίτη. Τη νεκρική πομπή των αναρχικών αγωνιστών ακολούθησαν 200.000 άνθρωποι ως το νεκροταφείο Βόλτχαϊμ, που θάφτηκαν. Τα επόμενα χρόνια στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε πολλές χώρες της Ευρώπης (Αγγλία, Γαλλία, Ολλανδία, Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα) διοργανώνονταν κάθε 1η Μάη συγκεντρώσεις στην μνήμη των Μαρτύρων του Σικάγο, όπως ονομάστηκαν οι απαγχονισμένοι αναρχικοί αγωνιστές. Το 8ωρο είχε πλέον κατακτηθεί.»